Ένας τρόπος να με πλησιάζει η Δέσποινα όταν τα τσουγκρίζαμε ήταν να μου αναθέτει καθήκοντα του άντρα της.
-Μπορείς να πάρεις την Μαίρη απ’ τα Αγγλικά όταν γυρνάς;
-Τι ώρα σχολάει;
-Εφτά και μισή. Φρόντισε να είσαι λίγο νωρίτερα εκεί
Και είκοσι ήμουν έξω από το φροντιστήριο. Περίμεναν κι άλλοι, στο πεζοδρόμιο, μέσα στα αυτοκίνητα, κάποιοι γνωρίζονταν μεταξύ τους και συζητούσαν. Αμφιβάλλω αν ανάμεσά τους υπήρχε κάποιος γκόμενος της μαμάς η γκόμενα του μπαμπά. Έσβησα νοητά την λέξη γκόμενος. Κάθε φορά που την λέω θυμάμαι αυτό που είχα διαβάσει, ότι δηλαδή η καταγωγή της είναι ιταλική και πως έτσι έλεγαν την θηλιά που έσφιγγαν γύρω από τον λαιμό τους οι αυτόχειρες απογοητευμένοι εραστές.
Πεινούσα, πήρα μια τυρόπιτα και έκατσα στο παγκάκι της μικρής πλατείας απέναντι από το μικρό σιντριβάνι που ζοριζόταν να βγάλει λίγο νερό.
Δεν ακούστηκε κουδούνι αλλά οι γονείς άρχισαν να πλησιάζουν την είσοδο του φροντιστηρίου καθώς τα πρώτα παιδιά άρχισαν να βγαίνουν. Έφαγα βιαστικά την τυρόπιτα που είχε απομείνει, σκούπισα τα δόντια με ένα χαρτομάντιλο και σηκώθηκα για να βελτιώσω το οπτικό μου πεδίο.
-Μπορείς να μου την φέρεις στον σύλλογο;
-Μπορώ.
-Αν θέλεις ανέβα κι εσύ.
-Δε μπορώ, δεν προλαβαίνω
-Αν βιάζεσαι, να στείλω κάποιον άλλο.
-Θα την φέρω εγώ.
Αναρωτήθηκα στιγμιαία μήπως εκτός από εμένα και τον άντρα της υπάρχει και τρίτος.
Η Μαιρούλα έδειχνε χαρούμενη, σταματούσε στις βιτρίνες με γυναικεία παπούτσια και κορόιδευε ότι εξωφρενικό υπήρχε.
-Αυτό. Αυτό θα πάρω. Αυτό εκεί το χρυσαφί.
Δεν είχα κέφια
-Δεν έχεις κέφια
-Θα μοιραστούμε τα δικά σου. Δώσε μου να κρατήσω την τσάντα σου.
-Είναι ελαφριά.
-Αν ήταν βαριά δεν θα στο έλεγα.
Την πέρασα χιαστί σαν ταχυδρόμος.
-Σου πάει το ροζ
-Ευχαριστώ. Βάλε το παλτό σου
-Δεν κρυώνω
Στρίψαμε δεξιά στο σουβλατζίδικο του Σάκη στην συνήθως σκοτεινή οδό Μνησικλέους. Είναι ένας μικρός δρόμος με παρατεταγμένα γραφεία γιατρών δικηγόρων μηχανικών, οι βιτρίνες είναι λιγοστές. Οι καταστηματάρχες κλείνουν και σβήνουν τα φώτα αφού το βράδυ οι περαστικοί είναι λιγοστοί. Μόνο ο «Εκπολιτιστικός Σύλλογος» – για αυτό το «εκ» είχα διαφωνήσει σφόδρα – είχε φωταψίες και κόσμο. Κάποιοι είχαν βγει να καπνίσουν στο μπαλκόνι και στο πεζοδρόμιο, χωρίς μπουφάν η σακάκια. Είχε πιάσει ψύχρα, ήταν φανερό πως κρύωναν, κάπνιζαν γρήγορα με βαθιές εισπνοές και εκπνοές. Δυο αγόρια έγραφαν στην υγρασία των παρμπρίζ, στο τέλος ήρθαν στα χέρια με μπουνιές και κλωτσιές. Στην είσοδο υπήρχε η αφίσα που είχαμε φιλοτεχνήσει μαζί με την Δέσποινα στον υπολογιστή μου «Γουίλιαμ Σαίξπηρ-Γιώργος Χειμωνάς». Από κάτω ένα φωτοκολάζ με τα πορτραίτα τους και τα ονόματα των ομιλητών, δυο φιλολόγων του σχολείου, ενός άγνωστου συγγραφέα και ενός ψυχίατρου που θα τον γνώριζα ένα χρόνο αργότερα.
-Πάμε πάνω; Κάνει κρύο κάτω.
Δε μπορούσα να της χαλάσω το χατίρι αν και μου φάνηκε περίεργο που ξαφνικά διαπίστωσε ότι κάνει κρύο. Άλλωστε ήθελα να δω και την Δέσποινα. Καθόταν στην σκηνή, δίπλα στις φιλολόγους που είχαν βάλει ανάμεσά τους τον συγγραφέα και τον ψυχίατρο. Η Μαιρούλα βρήκε μια φίλη της κι εξαφανίστηκαν τρέχοντας. Η Δέσποινα ίσα που πρόλαβε να την δει. Μου χαμογέλασε και έκανε νεύμα παράκλησης να καθίσω. Η αίθουσα ήταν γεμάτη με τα συνηθισμένα κεφάλια. Οι άδειες καρέκλες ήταν κατειλημμένες από τα παλτά των καπνιστών. Βρήκα μια ελεύθερη κολώνα όχι τόσο για να στηρίξω το σώμα μου όσο για να έχω την αίσθηση μιας συγκεκριμένης θέσης. Έβγαλα το μπουφάν μου το δίπλωσα και μετέτρεψα το δεξί μου χέρι σε κρεμάστρα. Το βλέμμα της Δέσποινας σκοτείνιασε τη στιγμή που ένιωσα ένα άγγιγμα στον ώμο. Έστρεψα το κεφάλι και είδα την Κατερίνα να μου χαμογελάει. Στάθηκε δίπλα μου. Έσκυψε, μου ψιθύρισε στο αυτί
-Ήρθα να γίνουμε δύο…
Περίμενα έντρομος την συνέχεια της φράσης. Την έκοψε στην μέση για να χαμογελάσει πονηρά.
-Δύο φυσικοί είναι πάντα ισχυρή μειοψηφία σε μια φιλολογική βραδιά.
Με εξαίρεση την Μαιρούλα αποφεύγω να κάνω φροντιστήριο σε μαθητές του σχολείου μου. Αν συμβεί αυτό, φροντίζω την τάξη να αναλαμβάνει κάποια πρωτοδιόριστη. Η φετινή, η Κατερίνα, είναι νέα, όμορφη και η Μαιρούλα είναι ενθουσιασμένη μαζί της σε βαθμό που με κάνει να ανησυχώ μήπως η ξαφνική αγάπη της για την φυσική δεν οφείλεται στις ιστορίες που σκαρφίζομαι αλλά στην κυρία Κατερίνα. Η Δέσποινα την αποκαλούσε «Αυτή» από την γιορτή της εικοστής ογδόης Οκτωβρίου. Την είχαμε αναλάβει μαζί η Κατερίνα κι εγώ και χρειάστηκε να συναντηθούμε δυο φορές σπίτι μου για να διαλέξουμε τα κείμενα και να σχεδιάσουμε μια πρωτότυπη γιορτή όπως αρμόζει σε δύο ανθρώπους των θετικών επιστημών. Τότε εισέπραξα την ειρωνική ερώτηση της Δέσποινας «Ήρθε σπίτι σου να σου δείξει το γραφτό της;». Στον κώδικά μας η φράση «θέλω να δω το γραπτό σου» σημαίνει «θέλω να σε γδύσω». Μέχρι την επέτειο του «ΟΧΙ» η Κάτια πήρε εντολή από την «προϊσταμένη» της να έρχεται σπίτι μου κάθε μέρα από το μεσημέρι μέχρι αργά το βράδυ και να κάνει γενική καθαριότητα. Μπούχτισα στα πιροσκί, η Κάτια είναι Ρωσίδα. Όταν η όμορφη φυσικός εμφανίστηκε με έναν συνάδελφο που τον παρουσίασε σαν αρραβωνιαστικό της και η Δέσποινα εκλέχτηκε πρόεδρος του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων που έφτιαξε μόνη της για να αποχτήσει θέα στο πεδίο της μάχης, τα πνεύματα ηρέμησαν λίγο.
Δεν μου αρέσει να κάνω την Δέσποινα να ζηλεύει. Κάθε δράση φέρνει και μια αντίδραση. Όχι ότι δεν μου άρεσε, αλλά φοβόμουν πως το βράδυ στο συζυγικό κρεβάτι θα πάρει εκδίκηση. Η γιαγια Κυριακούλα έλεγε συχνά «Φυλάξου από την εκδίκηση της γυναίκας». Όταν ο άντρας της την εγκατέλειψε με τρία παιδιά αποφάσισε πως η καλύτερη εκδίκηση θα ήταν να μην τον εκδικηθεί. Ο παππούς λίγες μέρες πριν πεθάνει μας το επιβεβαίωσε.
Ο συγγραφέας διάβαζε όρθιος ένα απόσπασμα από τον Άμλετ.
-Γιατί οι γυναίκες όταν αγαπάν φοβούνται. Το Φόβο και τον έρωτα κάνει η ψυχή τους ένα
Κοίταξα την Δέσποινα, είχε στραμμένο το κεφάλι προς τον συγγραφέα, κοιτούσε στο σημείο που φώλιαζε το πουλί του. Τι συνήθεια κι αυτή. Πίσω από το τραπέζι των ομιλητών, στον τοίχο, για σκηνικό, υπήρχαν τα πορτραίτα του Σαίξπηρ και του Γιώργου Χειμωνά.
-Θέλω σουβλάκι. Γκρίνιαξε ο πιτσιρικάς στο μπροστινό κάθισμα και εισέπραξε μια τρυφερή αγκωνιά από την μαμά του. Πήρε θάρρος. Τα παιδιά όπως και οι μεγάλοι γλυκαίνονται από τον πόνο που δίνει η αγάπη.
-Πεινάω. Η δεύτερη αγκωνιά δεν ήταν τρυφερή. Έσκυψα προς το μέρος της μαμάς.
-Θα βγώ να καπνίσω ένα τσιγάρο, θέλετε να πάρω ένα σουβλάκι στον μικρό;
Γύρισε και με κοίταξε άγρια αλλά μετά χαμογέλασε σαν να με θυμήθηκε. Εγώ πάντως δεν την ήξερα.
-Θα φύγουμε σε λίγο. Έφαγε ένα πριν έρθουμε.
Μύριζε και ή ίδια τζατζίκι.
-Δώστε του να μασήσει τσίχλα μήπως ξεχαστεί.
Η Δέσποινα στο βάθος έβαλε το δάχτυλο κάθετα στα χείλη «Σσσς»
Ο ψυχίατρος συνέχισε να διαβάζει μαζί με την μια φιλόλογο. Εκείνος διάβαζε τα λόγια του Άμλετ και εκείνη της Οφηλίας. Η φιλόλογος προσπαθούσε, δυστυχώς, να επιδείξει τις υποκριτικές της αρετές.
ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ : «Θα μπορούσα να είμαι και σ’ έναν έρωτά σου και να εξηγώ. Αν ήσουν άξια ποτέ εσύ να ερωτευθείς.»
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ: «Είσαι αιχμηρός. Δηλαδή όλο και χειρότερος.»
ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ : «Εσύ θα άντεχες ώσπου να σπάσει η κόψη μου.»
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ: «Όλο και καλλίτερος. Δηλαδή όλο και χειρότερος.»
ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ : «Τίποτα δεν κατάλαβες. Ποτέ μια γυναίκα δεν κατάλαβε έναν άντρα.»
Ο ψυχίατρος τόνισε ιδιαίτερα την τελευταία φράση και σταμάτησε..
-Ας κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα.
Ήμουν βέβαιος πως το σκόπιμα διάλεξε αυτό το σημείο. Στην αίθουσα άρχισε να απλώνεται ένας επιταχυνόμενος ψίθυρος. Η Κατερίνα με σκούντησε με τον αγκώνα πριν σκύψει να μου ψιθυρίσει «Το πιστεύεις κι εσύ αυτό;» Εκνευρίστηκα με την αγκωνιά και είπα «Ναι».
Είδα την Δέσποινα να με πλησιάζει με την ίδια ερώτηση στο στόμα της.
-Καλησπέρα, κοίταξε πρώτα την Κατερίνα και μετά εμένα. Που είναι το παιδί;
Αυτή ήταν μια συζυγική ερώτηση. Στην πραγματικότητα έλεγε «Έρχεσαι έξω να σου πω;»
Ζήτησα συγνώμη από την Κατερίνα και βγήκαμε έξω. Περίμενα την ερώτηση.
-Τρέχει κάτι με την Κατερίνα;
-Ποτέ μια γυναίκα δεν κατάλαβε έναν άντρα
-Αντε στο διάολο.
Κατάλαβα ότι το αυριανό διαγώνισμα αναβάλλεται. Σε αυτές τις περιπτώσεις ακολουθεί προφορική εξέταση.
Ωραία ιστορία. Φαντασία και ίσως λίγη πραγματικότητα μπλεγμένα σε ένα ωραίο κουβάρι, αναμένω την συνέχεια. Άραγε θα συνεχιστούν τα διαγωνίσματα; Αν και από ότι φαίνεται η Δέσποινα είναι «ανεπίδεκτη μαθήσεως» παρά τα επαναληπτικά.
με τόσες γυναίκες γύρω σου να σε αγαπάνε πρέπει να δέχεσαι πολλές αγκωνιές.
δεν έχεις παράπονο.
@taradela
Η Δέσποινα κόπηκε στις εξετάσεις 🙂
@giagalaxidiakos
τώρα που το λές…πολλές γυναίκες πράγματι.
Ίσως πρέπει να κάνω έναν γιο 🙂
πρόσεχε…πρόσεχε καλέ μου…η σύζυγος πάντα ξερει και…νοιώθει…:)
έχει και συνεχεια;…μ’άρεσε…
@cook
κάτι θα ξέρεις 🙂
Έχει πολλές συνέχειες
όταν ξεκινάς να διαβάζεις ένα κείμενο και κρατάς σταθερά ενα χαμόγελο στα χείλη ,αυτό μάλλον είναι καλή ένδειξη.Όταν το χαμόγελο αυτό πλαταίνει κατά τη διάρκεια και γίνεται ακόμα πιο μεγάλο τότε μάλλον…μάλλον κάτι καλό έχει κάνει ο συγγραφέας. 😉
[…] συνεχίζεται … […]
[…] 23, 2008 από padrazo Αφού το «διαγώνισμα» με την Δέσποινα ακυρώθηκε ήταν ευκαιρία να αναπληρώσω το χαμένο μάθημα […]
ως συζυγος σαφώς και….ξέρω…ξέρω…αυτά τα… ανιχνεύουμε πριν απο τον δύστυχο, που ετοιμάζεται να υποκύψει!
🙂
@roxanred
Αν συμβαίνει αυτό πέτυχα τον σκόπο μου. Να φτιάξω χαμόγελα. Σε ευχαριστώ και συγνώμη για την καθυστερημένη απάντηση 🙂
@ cook
Τελικά τείνω να πιστεύω πωε είμαστε αναλώσιμοι 🙂